Η σημειολογία της επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσινγκτον είναι η ισχυρότερη που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στις σχέσεις της Ελλάδας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μπορείτε να φανταστείτε το αίσθημα στη χώρα μας αν ο Μπάιντεν φορούσε γραβάτα με την ημισέληνο δίπλα στον Ερντογάν και έλεγε, «για εσάς είμαι Μπαϊντένογλου»;
Εύκολα γίνεται αντιληπτό πώς ήχησε το «Μπαϊντενόπουλος» στην Αγκυρα και πώς είδαν την ελληνική σημαία στη γραβάτα, ιδίως όταν μαθαίνουν από διαρροές ότι η Lockheed Martin εξέφρασε εγγράφως το ενδιαφέρον της στην ΕΑΒ για τη διερεύνηση της μελλοντικής παραγωγής εξαρτημάτων των F-35.
Κάνοντας μια σύντομη ανασκόπηση των επισκέψεων ελλήνων πρωθυπουργών στον Λευκό Οίκο από το 1974 και μετά, αναλυτές επισημαίνουν στο Protagon ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας εντελώς πρωτόγνωρης κατάστασης. Κάτι που άλλωστε κατέστη σαφές και από την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Κογκρέσο και κυρίως από τη θέρμη του ακροατηρίου.
Αυτό το κλίμα δεν το είδαμε, λένε, ούτε όταν το 1994 ο Ανδρέας Παπανδρέου συνάντησε τον Μπιλ Κλίντον (την εποχή που οι ΗΠΑ ενοχλούνταν από το εμπάργκο της Ελλάδας στα Σκόπια και ο Κλίντον μιλούσε με σεβασμό για το «σπινθηροβόλο πνεύμα στο ταλαιπωρημένο σώμα» του Ανδρέα), ούτε το 2002 όταν ο Σημίτης έδειχνε για πρώτη φορά στον Τζορτζ Μπους τον νεότερο κέρμα του ευρώ και του χάριζε ένα μπλουζάκι με το σήμα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004.
Και δεν το είδαμε, ούτε το 2017, όταν ο Αλέξης Τσίπρας, σε μια σπάνια επίδειξη αβροφροσύνης, έπλεκε το εγκώμιο του Τραμπ με την παρακάτω αξιομνημόνευτη φράση: «Διαπίστωσα από τη συνάντηση που είχα με τον πρόεδρο, ότι η προσέγγισή του στα πράγματα και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει την πολιτική, ορισμένες φορές μπορεί να μοιάζει διαβολικός, αλλά γίνεται για καλό»…
Ας δούμε, σύμφωνα με έμπειρους παρατηρητές των σχέσεων Ελλάδας – ΗΠΑ, πώς φτάσαμε στο «αμερικανικό ειδύλλιο»:
–Ο έλλογος πρόεδρος. Ο Μπάιντεν, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του Ντόναλντ Τραμπ, γνωρίζει καλά, εδώ και δεκαετίες την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και τα προβλήματα που υπάρχουν: από τα ελληνοτουρκικά ως το Κυπριακό. Αυτό επέτρεψε στον Μητσοτάκη να του δείξει πίσω από κλειστές πόρτες τον αδιανόητο χάρτη της «Γαλάζιας Πατρίδας» του Ερντογάν και να τον ενημερώσει για την τουρκική προκλητικότητα και τις υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα ελληνικά νησιά. Γιατί, πολύ απλά, ο αμερικανός Πρόεδρος καταλάβαινε τι του έλεγε και κυρίως τι του έδειχνε στο χάρτη ο έλληνας Πρωθυπουργός.
Παρόμοια κατανόηση έδειξαν και τα μέλη του Κογκρέσου, όταν ο Μητσοτάκης αναφέρθηκε από βήματος στα ελληνοτουρκικά, στο Κυπριακό και στην ξεκάθαρη θέση της Αθήνας (σε αντιδιαστολή με την Αγκυρα που ζητάει και αμερικανικά αεροπλάνα…) απέναντι στον Πούτιν και τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
–Ο πόλεμος στη Ουκρανία. Στη συνάντηση Μπάιντεν – Μητσοτάκη τέθηκε, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, το ευρύτερο πλαίσιο της αντιπαράθεσης μεταξύ των δημοκρατιών της Δύσης και των αυταρχικών καθεστώτων. Και επιπλέον, το ζήτημα του πολέμου συνδέεται με το πώς η Ευρώπη μπορεί να απεξαρτηθεί από το φυσικό αέριο του Πούτιν και οι ΗΠΑ -και μέσω της Αλεξανδρούπολης- να παίξουν σημαντικό ρόλο σε αυτή τη μετάβαση.
–Η ομογένεια. Οπως φάνηκε χθες από τις ονομαστικές προσφωνήσεις του Μπάιντεν σε έλληνες ομογενείς, ο ίδιος διατηρεί πολύ στενές σχέσεις μαζί τους. Αλλά και η Ελλάδα, με βάση τη μεθοδική δουλειά που κάνει η πρεσβευτής της χώρας μας στην Ουάσιγκτον Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου (η πρώτη γυναίκα στη θέση αυτή), στέκεται ενεργά δίπλα στην ομογένεια. Από την ομιλία Μητσοτάκη σε σχολείο στην Αστόρια, ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2019, ως τα κύματα των αντιπροσωπειών των ομογενών που επισκέπονται όλη την Ελλάδα, υπό τον συντονισμό της κυρίας Παπαδοπούλου, φαίνεται ότι γίνεται σοβαρή δουλειά.
–Η αλλαγή νοοτροπίας. Η Ελλάδα δεν εμφανίστηκε ως φτωχός συγγενής που πάει στον Λευκό Οίκο να διαμαρτυρηθεί για τις αδικίες που υφίσταται. Προέβαλε τον αναβαθμισμένο ρόλο της στην περιοχή, τη σημασία που έχει ως πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας και ως πύλη εισόδου για τις ενεργειακές πηγές που αναζητεί η Ευρώπη. Και στο πεδίο της οικονομίας, αυτή τη φορά μπορούσε να υποστηρίξει βάσιμα ότι μπορεί να υποδεχθεί σημαντικές αμερικανικές επενδύσεις, μιλώντας για αυτές της Microsoft, της Pfizer, της JP Morgan και της Amazon.
–Ο τουρισμός. Η προσέλευση αμερικανών τουριστών στην Ελλάδα καταρρίπτει τα τελευταία χρόνια το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Φέτος έχουμε εννέα απευθείας πτήσεις την ημέρα από αεροδρόμια των ΗΠΑ στο Ελευθέριος Βενιζέλος, αριθμός που αντιστοιχεί σε 63 πτήσεις την εβδομάδα, ενώ δρομολογούνται απευθείας πτήσεις και προς τη Θεσσαλονίκη.
–Η υποχώρηση του αντιαμερικανισμού. Με το πέρασμα των ετών η πικρή γεύση και η οργή για τον εναγκαλισμό των ΗΠΑ με τη χούντα, έδωσε τη θέση της στον αντιγερμανισμό και την οργή για τα μνημόνια. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την εμφατική στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, ενός αριστερού κόμματος που είχε κάνει σημαία τον αντιαμερικανισμό, υπέρ των στενών σχέσεων με τις ΗΠΑ, εκτόνωσε μια πολύ δύσκολη κατάσταση για τις σχέσεις των δύο χωρών που κράτησε σχεδόν 40 χρόνια μετά το 1974.
–Η έλλειψη εμπιστοσύνης στον Ερντογάν. Παρότι η γραμμή της ελληνικής κυβέρνησης λέει ότι «δεν ετεροπροσδιοριζόμαστε», η βελτίωση των σχέσεων της Ουάσινγκτον με την Αθήνα, σχετίζεται και με την έλλειψη εμπιστοσύνης των Αμερικανών και του ίδιου του Μπάιντεν στον Ερντογάν. Γιατί ενώ πάντοτε οι ΗΠΑ θεωρούν σημαντικό σύμμαχο την Τουρκία (μεταξύ άλλων λόγω γεωγραφικής θέσης και συμμετοχής στο ΝΑΤΟ) και διατηρούν πυρηνικά όπλα στα υπόγεια του Ιντσιρλίκ, ο Ερντογάν έχει πάψει εδώ και καιρό να θεωρείται αξιόπιστος συνομιλητής και διαθέτει πολλούς εχθρούς και στο Κογκρέσο. Εξ ου και η ακύρωση των F-35 και το γεγονός ότι ο τούρκος Πρόεδρος ακόμα περιμένει μια πρόσκληση για τον Λευκό Οίκο.